Χιλιάδες κενά γιατρών στο ΕΣΥ
Επείγουσες προσλήψεις 800 μονίμων και 700 επικουρικών γιατρών και 2.500 νοσηλευτών ζητάει το υπουργείο Υγείας από τα υπουργεία Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
Οι θέσεις αφορούν άμεσες ανάγκες λειτουργίας κρίσιμων μονάδων στη νησιωτική Ελλάδα και 130 θέσεων σε μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ), οι οποίες παραμένουν κλειστές (επί συνόλου περίπου 500), λόγω έλλειψης νοσηλευτικού, κυρίως, προσωπικού.
Τα κενά έχουν καταγραφεί από ειδική ομάδα εργασίας του υπουργείου Υγείας ανά νοσοκομείο και ιατρική ειδικότητα. Εντάσσονται στο σχέδιο επείγουσας παρέμβασης, που έχει εξαγγελθεί από τον υπουργό και τον αναπληρωτή υπουργό κ. Κουρουμπλή και Ξανθό.
Πρόκειται για μία «τολμηρή ουμανιστική μεταρρύθμιση», η οποία αποσκοπεί στο να δώσει ανάσα σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, τα οποία υφίστανται τις οδυνηρές επιπτώσεις της κρίσης και έχουν το ΕΣΥ ως μοναδικό καταφύγιο.
Το «Έθνος» παρουσιάζει σήμερα αναλυτικά την πρόταση του υπουργείου Υγείας, με έμφαση στα κενά που παρατηρούνται σε όλη τη χώρα. Η ομάδα στελεχών έχει καταγράψει περίπου 4.000 κενές θέσεις γιατρών, οι οποίες έχουν προκαλέσει κλείσιμο ή υπολειτουργία τμημάτων. Επείγουσα ή υπερεπείγουσα χαρακτηρίζεται η ανάγκη κάλυψης άνω των 300 θέσεων.
Σχολιάζοντας τα κενά που υπάρχουν σήμερα στα δημόσια νοσοκομεία, η ομάδα στελεχών κάνει λόγο για «εικόνα αθλιότητας». Δραματική είναι η κατάσταση ειδικά των νοσηλευτικών ιδρυμάτων που βρίσκονται στις δυσπρόσιτες περιοχές, στα νησιά και στην Περιφέρεια της χώρας. Οι ελλείψεις είναι πολύ σοβαρές σε ιατρικό, νοσηλευτικό, εργαστηριακό προσωπικό, φαρμακοποιούς, βιοχημικούς και λοιπό προσωπικό.
Οι περιοχές που δέχονται μεγάλο όγκο τουριστικών επισκέψεων έχουν τεράστιο πρόβλημα επάρκειας δημόσιων υπηρεσιών Υγείας. Την ίδια ώρα, οι δομές του ΕΣΥ και του Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας (ΠΕΔΥ) δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα προβλήματα υγείας του μεγάλου όγκου μεταναστών και φυλακισμένων.
Σε ανεπάρκεια βρίσκεται και ο ογκολογικός τομέας, ο οποίος θεωρείται κρίσιμος, λόγω της αυξημένης εμφάνισης κρουσμάτων καρκίνου, αλλά και του υψηλού κόστους νοσηλείας στον ιδιωτικό τομέα.
Παρά τις τεράστιες ανάγκες του, το δημόσιο σύστημα δεν μπόρεσε να απορροφήσει μικρό έστω μέρος του πλεονάσματος γιατρών που έχει η Ελλάδα. Η ομάδα εργασίας εκτιμά ότι περισσότεροι από 7.000 νέοι γιατροί αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε χώρες, όπως η Γερμανία, η Μεγάλη Βρετανία, η Σουηδία, η Αυστραλία, το Ντουμπάι, ακόμη και στην Τουρκία.